θυμηδής

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Πτώση Ενικός Πληθυντικός
Ονομαστική ὁ, ἡ θυμηδής τὸ θυμηδές οἱ, αἱ θυμηδεῖς τὰ θυμηδ
Γενική τοῦ, τῆς θυμηδοῦς τοῦ θυμηδοῦς τῶν θυμηδῶν τῶν θυμηδῶν
Δοτική τῷ, τῇ θυμηδεῖ τῷ θυμηδεῖ τοῖς, ταῖς θυμηδέσι(ν) τοῖς θυμηδέσι(ν)
Αιτιατική τὸν, τὴν θυμηδ τὸ θυμηδές τοὺς, τὰς θυμηδεῖς τὰ θυμηδ
Κλητική θυμηδές θυμηδές θυμηδεῖς θυμηδ
Πτώσεις Δυικός
Ονομαστική-Αιτιατική-Κλητική θυμηδεῖ
Γενική-Δοτική θυμηδοῖν

Ετυμολογία [επεξεργασία]

θυμηδής < θυμός + ἦδος

Επίθετο[επεξεργασία]

θυμηδής, -ής, -ές

  1. προσφιλής
  2. ευχάριστος
  3. ευφρόσυνος

Συγγενικά[επεξεργασία]