θυμιατίζομαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /θi.mɲaˈti.zo.me/
τυπογραφικός συλλαβισμός: θυ‐μια‐τί‐ζο‐μαι

Ρήμα[επεξεργασία]

θυμιατίζομαι, π.αόρ.: θυμιατίστηκα, μτχ.π.π.: θυμιατισμένος, (ενεργ.: θυμιατίζω)