θωράκιον

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

αρχαία ελληνικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

θωράκιον < αρχαία ελληνική θώραξ, θωρακ-  + υποκοριστικό επίθημα -ιον

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

θωράκιον ουδέτερο

Πηγές[επεξεργασία]