Μετάβαση στο περιεχόμενο

θόριο

Από Βικιλεξικό
  • Χημικό στοιχείο: Th
  • Ατομικός αριθμός : 90
  • Προηγούμενο = Ac
  • Επόμενο = Pa

Δείτε επίσης: Περιοδικός πίνακας των στοιχείων

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
θόριο < (λόγιο δάνειο) νεολατινική thorium < παλαιά νορβηγική Þórr (ο θεός Θωρ)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

θόριο ουδέτερο στον ενικό

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το θόριο τα θόρια
      γενική του θόριου
& θορίου
των θόριων
& θορίων
    αιτιατική το θόριο τα θόρια
     κλητική θόριο θόρια
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Συνήθως στον ενικό.
Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Σύνθετα

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]