ιδιοκτήτης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ιδιοκτήτης οι ιδιοκτήτες
      γενική του ιδιοκτήτη των ιδιοκτητών
    αιτιατική τον ιδιοκτήτη τους ιδιοκτήτες
     κλητική ιδιοκτήτη ιδιοκτήτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ιδιοκτήτης < ιδιο- + -κτήτης, (λόγιο δάνειο) γερμανική Εigenbesitzer[1]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ιδιοκτήτης αρσενικό (θηλυκό ιδιοκτήτρια)

είναι ιδιοκτήτης ενός διαμερίσματος και ενός αυτοκινήτου
ο νέος ιδιοκτήτης της ΠΑΕ θα αλλάξει τον προπονητή
οι ιδιοκτήτες δούλων στην αρχαιότητα

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]