ιεχωβικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ιεχωβικός η ιεχωβική το ιεχωβικό
      γενική του ιεχωβικού της ιεχωβικής του ιεχωβικού
    αιτιατική τον ιεχωβικό την ιεχωβική το ιεχωβικό
     κλητική ιεχωβικέ ιεχωβική ιεχωβικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ιεχωβικοί οι ιεχωβικές τα ιεχωβικά
      γενική των ιεχωβικών των ιεχωβικών των ιεχωβικών
    αιτιατική τους ιεχωβικούς τις ιεχωβικές τα ιεχωβικά
     κλητική ιεχωβικοί ιεχωβικές ιεχωβικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ιεχωβικός < Ιεχωβ- + -ικός

Επίθετο[επεξεργασία]

ιεχωβικός

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

  • Γιαχβέ
  • Ιεχωβά
  • Μπρατσιώτης Παναγιώτης, Εισαγωγή εις την Παλαιάν Διαθήκην, Αθήνα 1975, σσ. 85, 648.