ιλιαδικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ιλιαδικός < Ιλιάδα + -ικός < αρχαία ελληνική Ἰλιάς < Ἴλιον
Επίθετο[επεξεργασία]
ιλιαδικός, -ή, -ό
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη Ιλιάδα