ινστρουμενταλισμός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ινστρουμενταλισμός οι ινστρουμενταλισμοί
      γενική του ινστρουμενταλισμού των ινστρουμενταλισμών
    αιτιατική τον ινστρουμενταλισμό τους ινστρουμενταλισμούς
     κλητική ινστρουμενταλισμέ ινστρουμενταλισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ινστρουμενταλισμός < instrument + -ism (= όργανο, εργαλείο + -ισμός )

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ινστρουμενταλισμός αρσενικό

  • φιλοσοφικό ρεύμα που ίδρυσε ο Αμερικανός φιλόσοφος Τζον Ντιούι (John Dewey) που υποστηρίζει πως το σημαντικότερο σε μια ιδέα ή πράγμα είναι η αξία τους σαν όργανο δράσης, και πως η αλήθεια μιας έννοιας βρίσκεται στην χρησιμότητά της

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]