Μετάβαση στο περιεχόμενο
Κύριο μενού
Κύριο μενού
μετακίνηση στην πλαϊνή μπάρα
απόκρυψη
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Αναζήτηση
Αναζήτηση
Εμφάνιση
Δωρεές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Προσωπικά εργαλεία
Δωρεές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Σελίδες για αποσυνδεμένους συντάκτες
μάθετε περισσότερα
Συνεισφορές
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Περιεχόμενα
μετακίνηση στην πλαϊνή μπάρα
απόκρυψη
Αρχή
1
Νέα ελληνικά
(el)
Εναλλαγή
Νέα ελληνικά
(el)
υποενότητας
1.1
Επίθετο
1.1.1
Συγγενικά
1.1.2
Μεταφράσεις
Εναλλαγή του πίνακα περιεχομένων
ισραηλινός
6 γλώσσες
English
Esperanto
Français
Malagasy
Тоҷикӣ
中文
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Εργαλειοθήκη
Εργαλεία
μετακίνηση στην πλαϊνή μπάρα
απόκρυψη
Ενέργειες
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Γενικά
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Λάβετε συντομευμένη διεύθυνση URL
Λήψη κωδικού QR
Switch to legacy parser
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Σε άλλα εγχειρήματα
Εμφάνιση
μετακίνηση στην πλαϊνή μπάρα
απόκρυψη
Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης
:
Ισραηλινός
Νέα ελληνικά
(el)
[
επεξεργασία
]
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ισραηλιν
ός
η
ισραηλιν
ή
το
ισραηλιν
ό
γενική
του
ισραηλιν
ού
της
ισραηλιν
ής
του
ισραηλιν
ού
αιτιατική
τον
ισραηλιν
ό
την
ισραηλιν
ή
το
ισραηλιν
ό
κλητική
ισραηλιν
έ
ισραηλιν
ή
ισραηλιν
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ισραηλιν
οί
οι
ισραηλιν
ές
τα
ισραηλιν
ά
γενική
των
ισραηλιν
ών
των
ισραηλιν
ών
των
ισραηλιν
ών
αιτιατική
τους
ισραηλιν
ούς
τις
ισραηλιν
ές
τα
ισραηλιν
ά
κλητική
ισραηλιν
οί
ισραηλιν
ές
ισραηλιν
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Επίθετο
[
επεξεργασία
]
ισραηλινός
-ή -ό
που αναφέρεται ή ανήκει στο
Ισραήλ
Συγγενικά
[
επεξεργασία
]
Ισραηλινός
,
Ισραηλινή
ισραηλίτικος
→
και
δείτε
τη
λέξη
Ισραήλ
Μεταφράσεις
[
επεξεργασία
]
ισραηλινός
αγγλικά
:
Israeli
(en)
γαλλικά
:
israélien
(fr)
γερμανικά
:
israelisch
(de)
Κατηγορίες
:
Επίθετα που κλίνονται όπως το 'καλός' (νέα ελληνικά)
Νέα ελληνικά
Επίθετα (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)
Αναζήτηση
Αναζήτηση
Εναλλαγή του πίνακα περιεχομένων
ισραηλινός
6 γλώσσες
Προσθήκη θέματος