ιχθυομαντεία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ιχθυομαντεία θηλυκό
- προσπάθεια πρόβλεψης του μέλλοντος βασιζόμενη στην παρατήρηση ενός κοπαδιού ψαριών, στην κατεύθυνση που παίρνει, τον όγκο του, καθώς και άλλων χαρακτηριστικών
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ιχθυομαντεία