ιχθύς

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ΙΧΘΥΣ, ἰχθύς, Ιχθείς

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ιχθύς οι ιχθύες
      γενική του ιχθύος των ιχθύων
    αιτιατική τον ιχθύ τους ιχθύς
     κλητική ιχθύ ιχθύες
Δείτε και τον πληθυντικό Ιχθείς.
Κατηγορία όπως «ιχθύς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ιχθύς < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική ἰχθύς [1][2] < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *dʰǵʰu- (ἰχθύς)

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /iˈxθis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ι‐χθύς

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ιχθύς αρσενικό

Εκφράσεις[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

Ιχθύς αρσενικό, συνήθως με κεφαλαίο αρχικό γράμμα)

Συγγενικά[επεξεργασία]

και

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. ιχθύς - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  2. ιχθύςΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)