Μετάβαση στο περιεχόμενο

κάνω καστελέτο

Από Βικιλεξικό

Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)

[επεξεργασία]

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
κάνω καστελέτο < (άμεσο δάνειο) βενετική far casteleto

Έκφραση

[επεξεργασία]

κάνω καστελέτο

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]