Μετάβαση στο περιεχόμενο

κήρυξη

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η κήρυξη οι κηρύξεις
      γενική της κήρυξης* των κηρύξεων
    αιτιατική την κήρυξη τις κηρύξεις
     κλητική κήρυξη κηρύξεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, κηρύξεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
κήρυξη < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

κήρυξη θηλυκό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]