Μετάβαση στο περιεχόμενο

καβαλάρισσα

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η καβαλάρισσα οι καβαλάρισσες
      γενική της καβαλάρισσας των καβαλαρισσών
    αιτιατική την καβαλάρισσα τις καβαλάρισσες
     κλητική καβαλάρισσα καβαλάρισσες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
καβαλάρισσα < καβαλάρης + κατάληξη θηλυκού -ισσα

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

καβαλάρισσα θηλυκό

 δείτε τη λέξη καβαλάρης

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]