καβγαδίζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

καβγαδίζω < καβγάς, καβγάδ-(ες) + -ίζω

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ka.vɣaˈði.zo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κα‐βγα‐δί‐ζω

Ρήμα[επεξεργασία]

καβγαδίζω, αόρ.: καβγάδισα, χωρίς παθητική φωνή

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]