Μετάβαση στο περιεχόμενο

καθαριστής

Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης: κιθαριστής
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο καθαριστής οι καθαριστές
      γενική του καθαριστή των καθαριστών
    αιτιατική τον καθαριστή τους καθαριστές
     κλητική καθαριστή καθαριστές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
καθαριστής < καθαρίσ(τρια) + -τής (αναδρομικός σχηματισμός) < καθαρίζω [1]

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ka.θa.ɾiˈstis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: καθαριστής

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

καθαριστής αρσενικό (θηλυκό καθαρίστρια)

Σύνθετα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

 και δείτε τη λέξη καθαρός

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]