κακαράτζα
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- κακαράτζα < → δείτε τη λέξη κακαράντζα
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]κακαράτζα θηλυκό
- (ιδιωματικό) άλλη μορφή του κακαράντζα
Συνώνυμα
[επεξεργασία]
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] κακαράτζα
|