κακοδιαχείριση

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η κακοδιαχείριση οι κακοδιαχειρίσεις
      γενική της κακοδιαχείρισης* των κακοδιαχειρίσεων
    αιτιατική την κακοδιαχείριση τις κακοδιαχειρίσεις
     κλητική κακοδιαχείριση κακοδιαχειρίσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, κακοδιαχειρίσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
κακοδιαχείριση < κακο- + διαχείριση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

κακοδιαχείριση θηλυκό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]