καλοζωίστρια
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- καλοζωίστρια < καλοζωιστής + κατάληξη θηλυκού -τρια
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
καλοζωίστρια θηλυκό
- θηλυκό του καλοζωιστής
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
καλοζωίστρια
|