καλοκάγαθος
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- καλοκάγαθος < αρχαία ελληνική καλοκἄγαθος (σπάνια γραπτή μορφή του: καλοκἀγαθός) < καλός κἀγαθός < καλός και ἀγαθός
Επίθετο
[επεξεργασία]καλοκάγαθος, -η, -ο
- αγαθός και καλός
- ※ Ο καλοκάγαθος, όταν πράττη, δὲν ἐξετάζει ἐκεῖνο ὁπού θέλει ἡ κλίσις, ἢ ἡ ὄρεξίς των, ἀλλ ̓ ἐκεῖνο ὁποῦ εἶναι καλὸν ἢ τίμιον (Χειραγωγία εἰς την καλοκἀγαθίαν ἠτοι ἐγχειρίδιον εἰς ἀνάγνωσιν τοῖς σπουδαζουσι νεανίσκοις των Ῥὠμαιων καὶ Βλάχων δαπάναις Δημητρίου Νικολάου Δαρβαρέως, 1791, σελ. 26)
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] καλοκάγαθος