καλοσυνεμένος
Εμφάνιση
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)
[επεξεργασία]
Μετοχή
[επεξεργασία]καλοσυνεμένος
- μετοχή παθητικού παρακειμένου του ρήματος καλοσυνεύω
Πηγές
[επεξεργασία]- καλοσυνεύω - Επιτομή του Λεξικού ⌘ Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].