καλσόν

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
καλσόν < γαλλική caleçon

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

καλσόν ουδέτερο άκλιτο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]