κανταφισμός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- κανταφισμός < (ανθρωπωνυμικό) Καντάφι + -ισμός
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
κανταφισμός αρσενικό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
κανταφισμός
|