καραβοκύρισσα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- καραβοκύρισσα < καραβοκύρης + κατάληξη θηλυκού -ισσα
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
καραβοκύρισσα θηλυκό
- (επάγγελμα) → δείτε τη λέξη καραβοκύρης
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
καραβοκύρισσα
|