καρδιογραφικά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
καρδιογραφικά < καρδιογραφικός + -ά
Επίρρημα[επεξεργασία]
καρδιογραφικά
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
καρδιογραφικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
καρδιογραφικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του καρδιογραφικό