καρντέ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- καρντέ < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο[επεξεργασία]
καρντέ άκλιτο
- νήματα που έχουν υποστεί θερμική επεξεργασία
καρντέ άκλιτο