καστανόξανθος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο καστανόξανθος η καστανόξανθη το καστανόξανθο
      γενική του καστανόξανθου της καστανόξανθης του καστανόξανθου
    αιτιατική τον καστανόξανθο την καστανόξανθη το καστανόξανθο
     κλητική καστανόξανθε καστανόξανθη καστανόξανθο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι καστανόξανθοι οι καστανόξανθες τα καστανόξανθα
      γενική των καστανόξανθων των καστανόξανθων των καστανόξανθων
    αιτιατική τους καστανόξανθους τις καστανόξανθες τα καστανόξανθα
     κλητική καστανόξανθοι καστανόξανθες καστανόξανθα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

καστανόξανθος < καστανός + -ο- + ξανθός

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ka.staˈno.ksan.θos/

Επίθετο[επεξεργασία]

καστανόξανθος, -η, -ο

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]