καταδημαγωγώ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: καταδημαγωγῶ

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

καταδημαγωγώ < ελληνιστική κοινή καταδημαγωγέω / καταδημαγωγῶ < κατά + αρχαία ελληνική δημαγωγός

Ρήμα[επεξεργασία]

καταδημαγωγώ

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]