κατακλυσμιαίοι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

κατακλυσμιαίοι

  1. κατακλυσμιαίος, στην ονομαστική του πληθυντικού
  2. κατακλυσμιαίος, στην κλητική του πληθυντικού