καταμήνια
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τα | καταμήνια | ||
γενική | των | καταμηνίων | ||
αιτιατική | τα | καταμήνια | ||
κλητική | καταμήνια | |||
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- καταμήνια < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική καταμήνια < κατα- + μήν + -ιος στον πληθυντικό
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ka.taˈmi.ni.a/ (λόγιο, χωρίς συνίζηση - συγκρίνετε με τα μερομήνια)
- τυπογραφικός συλλαβισμός : κα‐τα‐μή‐νι‐α
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]καταμήνια ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- (λόγιο) η εμμηνόρροια
Συγγενικά
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] καταμήνια
|
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]καταμήνια ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- η εμμηνόρροια
- ※ 5ος αιώνας πκε ⌘ Ἱπποκράτης, Γυναικεῖα, (De muliebribus), 1.8, p. 36 @scaife.perseus
- Ἢν γὰρ τὸ σῶμα φλαύρως ἔχῃ, γυναικὶ τὰ καταμήνια ἐλάσσονα γίνεται,
- ΣτΕ: Ο Ιπποκράτης αναφέρεται στην επίδραση της σωματικής ασθένειας στην έμμηνο ρύση των γυναικών.
- Ἢν γὰρ τὸ σῶμα φλαύρως ἔχῃ, γυναικὶ τὰ καταμήνια ἐλάσσονα γίνεται,
- ≈ συνώνυμα: τά ἔμμηνα
- ※ 5ος αιώνας πκε ⌘ Ἱπποκράτης, Γυναικεῖα, (De muliebribus), 1.8, p. 36 @scaife.perseus
Συγγενικά
[επεξεργασία]Πηγές
[επεξεργασία]- καταμήνιος, καταμήνια - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πρόσωπο' χωρίς ενικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς ενικό (νέα ελληνικά)
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα κατα- (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λόγιοι όροι (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'πρόσωπον' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πρόσωπον' χωρίς ενικό (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 2ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 2ης κλίσης χωρίς ενικό (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 2ης κλίσης ουδέτερα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 2ης κλίσης ουδέτερα χωρίς ενικό (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα χωρίς ενικό (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς ενικό (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά προπαροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα προπαροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις προπαροξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα κατα- (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Ουσιαστικά (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από ιατρικά κείμενα (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)