κβαντισμός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο κβαντισμός οι κβαντισμοί
      γενική του κβαντισμού των κβαντισμών
    αιτιατική τον κβαντισμό τους κβαντισμούς
     κλητική κβαντισμέ κβαντισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Οι συνεχείς αναλογικές τιμές μετά από κβαντισμό απεικονίζονται στις διακριτές δυαδικές τιμές, ανάλυσης 3-bit, 23=8 σταθμών

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

κβαντισμός αρσενικό

  1. η κβάντωση, η κβάντιση, η διακριτοποίηση
  2. (μαθηματικά), (επεξεργασία σήματος) quantization: η διαδικασία της απεικόνισης (με προσέγγιση) ενός μεγάλου συνόλου τιμών (συνήθως αναλογικών, συνεχών τιμών) σε ένα μικρότερο σύνολο διακριτών δυαδικών τιμών (στάθμες κβαντισμού). Μοιάζει με την στρογγυλοποίηση τιμών και εφαρμόζεται στην μετατροπή αναλογικού σήματος σε ψηφιακό. Ενδιάμεσο στάδιο (βήμα) της ψηφιοποίησης

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]