κεντροδεξιός
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]κεντροδεξιός, -ά, -ό
- (πολιτική) ο οπαδός της κεντροδεξιάς πολιτικής
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] κεντροδεξιός
|