κεντρώος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- κεντρώος < κέντρο
Επίθετο
[επεξεργασία]κεντρώος
- (πολιτική) άνθρωπος που χαρακτηρίζεται από ιδέες πιο κοντά στο κέντρο της πολιτικής, αντί για δεξιές ή αριστερές ιδέες