κηδεμονικά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
κηδεμονικά < κηδεμονικός + -ά
Επίρρημα[επεξεργασία]
κηδεμονικά
- με κηδεμονικό τρόπο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
κηδεμονικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
κηδεμονικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του κηδεμονικός