κιαμέτι
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]κιαμέτι άκλιτο
- μωαμεθανική πίστη για το τέλος του κόσμου και την ανάσταση των νεκρών
- θόρυβος, φασαρία
- θαλασσοταραχή, φουρτούνα, τρικυμία, φουσκοθαλασσιά
- αφθονία