κιβωτιάκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το κιβωτιάκι τα κιβωτιάκια
      γενική
    αιτιατική το κιβωτιάκι τα κιβωτιάκια
     κλητική κιβωτιάκι κιβωτιάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

κιβωτιάκι < κιβώτι(ο) + υποκοριστικό επίθημα -άκι

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ci.vo.tiˈa.ci/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κι‐βω‐τι‐ά‐κι

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

κιβωτιάκι ουδέτερο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]