κιλοβάτ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

κιλοβάτ < γαλλική (λόγιο) kilowatt < kilo- (< χιλιο-)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

κιλοβάτ ουδέτερο άκλιτο

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]