Μετάβαση στο περιεχόμενο

κλειδαράς

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο κλειδαράς οι κλειδαράδες
      γενική του κλειδαρά των κλειδαράδων
    αιτιατική τον κλειδαρά τους κλειδαράδες
     κλητική κλειδαρά κλειδαράδες
Κατηγορία όπως «ψαράς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
κλειδαράς < κλειδαρ(ιά) + -άς [1]

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /kli.ðaˈɾas/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κλειδαράς

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

κλειδαράς αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]