κλειδότρυπα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- κλειδότρυπα < αρχαία ελληνική κλειδίον + ελληνιστική κοινή τρῦπα
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
κλειδότρυπα θηλυκό
Πηγές[επεξεργασία]
- κλειδότρυπα - Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].