κλιματίζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

κλιματίζω < κλίμα + -ίζω

Ρήμα[επεξεργασία]

κλιματίζω (παθητική φωνή: κλιματίζομαι)

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]