κολαστήριο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- κολαστήριο < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
κολαστήριο ουδέτερο
- τόπος βασανισμού ή τιμωρίας
κολαστήριο ουδέτερο