κοντέσσα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

κοντέσσα < (άμεσο δάνειο) ιταλική contessa < μεσαιωνική λατινική comitissa < λατινική comes + -issa. Μορφολογικά αναλύεται σε κόντ(ες) + -έσσα

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

κοντέσσα θηλυκό

Πηγές[επεξεργασία]