κοσμικισμός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο κοσμικισμός οι κοσμικισμοί
      γενική του κοσμικισμού των κοσμικισμών
    αιτιατική τον κοσμικισμό τους κοσμικισμούς
     κλητική κοσμικισμέ κοσμικισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

κοσμικισμός < κοσμικός + -ισμός

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

κοσμικισμός θηλυκό ή σεκουλαρισμός

  • η άποψη πως το κράτος και οποιαδήποτε άλλη κοινωνική οντότητα πρέπει να είναι εντελώς διαχωρισμένη από τη θρησκεία και από διάφορους θρησκευτικούς θεσμούς και δόγματα

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]