Μετάβαση στο περιεχόμενο

κουφαμάρα

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η κουφαμάρα οι κουφαμάρες
      γενική της κουφαμάρας
    αιτιατική την κουφαμάρα τις κουφαμάρες
     κλητική κουφαμάρα κουφαμάρες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
κουφαμάρα < κουφός + -αμάρα

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

κουφαμάρα θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]