κούπας
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]κούπας
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]κούπας
- ((ελληνιστική κοινή)) γενική ενικού του κοῦπα
- Κολυμβήθρας καὶ φρέατος καὶ κούπας καὶ κίονος (Ήρων, Γεηπονικὸν βιβλίον, 195, 1)