κροατικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο κροατικός η κροατική το κροατικό
      γενική του κροατικού της κροατικής του κροατικού
    αιτιατική τον κροατικό την κροατική το κροατικό
     κλητική κροατικέ κροατική κροατικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι κροατικοί οι κροατικές τα κροατικά
      γενική των κροατικών των κροατικών των κροατικών
    αιτιατική τους κροατικούς τις κροατικές τα κροατικά
     κλητική κροατικοί κροατικές κροατικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

κροατικός < Κροάτης + -ικός < γαλλική Croate[1] < μεσαιωνική λατινική Croata < πρωτοσλαβική *xorvatъ (Κροάτης)

Επίθετο[επεξεργασία]

κροατικός

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]