κρυπτογαμικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
κρυπτογαμικός, -ή, -ό
- σχετικός με τα κρυπτόγαμα
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
κρυπτογαμικός