κρύο ανέκδοτο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το κρύο ανέκδοτο τα κρύα ανέκδοτα
      γενική του κρύου ανέκδοτου των κρύων ανέκδοτων
    αιτιατική το κρύο ανέκδοτο τα κρύα ανέκδοτα
     κλητική κρύο ανέκδοτο κρύα ανέκδοτα
Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

κρύο ανέκδοτο < → δείτε τις λέξεις κρύος και ανέκδοτο. Πιθανόν η ονομασία οφείλεται στη αίσθηση της παγωνιάς που νιώθει ο δέκτης όταν ειπωθεί το αστείο

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈkɾi.o aˈnek.ðo.to/

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

κρύο ανέκδοτο ουδέτερο

  • είδος ανέκδοτου που συνήθως δεν είναι αστείο και συχνά χρησιμοποιεί λογοπαίγνια
    Παράδειγμα κρύου ανέκδοτου: «Τι κάνει ο ήλιος μέσα στο νερό; Κατάδυση.»

Μεταφράσεις[επεξεργασία]