κτημάτων
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]κτημάτων ουδέτερο
- γενική πληθυντικού του κτήμα
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]κτημάτων ουδέτερο
- γενική πληθυντικού του κτῆμα