κυβερνοεπίθεση

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η κυβερνοεπίθεση οι κυβερνοεπιθέσεις
      γενική της κυβερνοεπίθεσης των κυβερνοεπιθέσεων
    αιτιατική την κυβερνοεπίθεση τις κυβερνοεπιθέσεις
     κλητική κυβερνοεπίθεση κυβερνοεπιθέσεις
Η λόγια γενική ενικού σε -εως δε συνηθίζεται σε νεότερες λέξεις.
Κατηγορία όπως «παγκοσμιοποίηση» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

κυβερνοεπίθεση < κυβερνο- + επίθεση (μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική cyberattack)

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ci.veɾ.no.eˈpi.θe.si/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κυ‐βερ‐νο‐ε‐πί‐θε‐ση

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

κυβερνοεπίθεση θηλυκό

Αντώνυμα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Υπώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]